Το Αρχαίο ναυάγιο της Κερύνειας
(Από το βιβλίο του συγγραφέα «Εναλία οδός» γι’ αυτό και η αλλαγή στο ύφος έκφρασης)
Σε όποια χώρα πας, είτε της ανατολικής είτε της δυτικής Μεσογείου, θα βρεις παντού σημάδια των αρχαίων Ελλήνων, που ξεπερνώντας τις αποστάσεις και τους φόβους τους, διαβάζοντας τα άστρα, ανακάλυψαν νέους κόσμους, νέες πατρίδες της τότε εποχής και άφησαν ανεξίτηλη κληρονομιά τον ελληνικό πολιτισμό, σ’ όλη την ανθρωπότητα.
Το νησί της Αφροδίτης ήταν ανάμεσα στους τόπους που από πολύ νωρίς επισκέφθηκαν, αγάπησαν και κατοίκησαν οι Έλληνες. «Αχαιών Ακτή» ονομάστηκαν τα βόρεια παράλια της Κύπρου, όπου ο Κηφέας και ο Πράξανδρος, και άλλοι Αχαιοί συμπατριώτες τους, ίδρυσαν την Κερύνεια και τη Λάπηθο και άλλους οικισμούς στη βόρεια Κύπρο.
Τα χρόνια κυλούσαν, και οι κάτοικοι της Αχαιών Ακτής, με τον ιδρώτα και το αίμα τους, έκτιζαν τα χωριά, τις πόλεις και την ιστορία τους, αντιμετωπίζοντας τις τραμουντάνες, βοηθώντας το Διγενή στα αλώνια να νικήσει το Χάροντα, συντροφεύοντας τη Ρήγαινα στα κάστρα της, απολαμβάνοντας τα επιτεύγματα και τα προϊόντα του μόχθου τους, ανάμεσα στις μυρωδιές των λεμονόδεντρων και των χαρουπιών. Καράβια πηγαινοέρχονταν στη θάλασσα της Κερύνειας, κουβαλώντας πραμάτειες κάθε είδους. Πολλές φορές η θάλασσα έφερνε και καταχτητές, κανένας όμως δεν στέριωνε, όσο καιρό και αν έμενε. Οι Κερυνειώτες, όπως και όλοι οι άλλοι Κύπριοι, με την πίστη στο Θεό και τη δύναμη της θέλησης τους, ξανακέρδιζαν την ελευθερία τους, έστω και μετά από αιώνες σκλαβιάς.
Ένα καράβι εμπορικό, μόλις 15 μέτρων, κατασκευής του 389 π.Χ., επισκεπτόταν τακτικά το λιμάνι της Κερύνειας, μια και ήταν μέσα στη ρότα του, από τα νησιά του Αιγαίου μέχρι τα παράλια της Συρίας και της Παλαιστίνης. Γύρω στο 288 π.Χ., το καράβι, μεταφέροντας 29 μυλόπετρες και 380 αμφορείς με φορτίο 10,000 αμύγδαλα και άλλα προϊόντα, με πλήρωμα τεσσάρων ατόμων, σάλπαρε από το λιμάνι της Κερύνειας για τον επόμενο προορισμό του. Κατά κακή του τύχη όμως, η θάλασσα τελικά το νίκησε και το βούλιαξε, τρία μόλις μίλια έξω από το λιμάνι. Η Κερυνειώτικη θάλασσα το κράτησε σφιχτά στην αγκαλιά της για περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια, μέχρι το 1965 που ο συμπατριώτης μας δύτης μ. Ανδρέας Καριόλου το ανακάλυψε απέναντι από την ακτή της Χρυσοκάβας. Τρία χρόνια δούλευαν 54 αρχαιολόγοι, δύτες και άλλοι επιστήμονες, για να το ανελκύσουν, να το επανασυναρμολογήσουν και να το τοποθετήσουν τελικά στο Κάστρο της Κερύνειας, ζωντανεύοντας την ιστορία του και ενώνοντας το σχοινί της ιστορίας των χρόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Κύπρου του τότε, με το σήμερα. Η ανακάλυψη του αρχαίου ναυαγίου της Κερύνειας, και οι επιστημονικές μελέτες που ακολούθησαν και συνεχίζονται, άνοιξαν ένα σημαντικό παράθυρο στη μελέτη της αρχαίας ναυπηγικής και ναυσιπλοΐας.
Αρχίζοντας από την κατασκευή του, εκτός από το είδος του ξύλου (πεύκος Pinus Halepenis) και τη χρονολογία της κατασκευής του (389 π.Χ.), γνωρίσαμε και την παραδοσιακή μέθοδο κατασκευής των σκαφών της εποχής εκείνης, «πρώτα μαδέρωμα» (shell first), ότι δηλαδή οι αρχαίοι καραβομαραγκοί κατασκεύαζαν πρώτα το εξωτερικό μέρος, τα μαδέρια, και μετά το εσωτερικό, τους σκαρμούς, που αποτελούσαν το σκελετό του σκάφους, σε αντίθεση με τη μέθοδο που ακολουθούν σήμερα, «πρώτα σκαρμοί».
Αποδείχτηκε ακόμα ότι στα 80 περίπου χρόνια ζωής και χρησιμοποίησης του, το σκάφος είχε επισκευαστεί 2-3 φορές, μια και διάφορα μέρη του, όπως αποδείχτηκε με τη μέθοδο άνθρακας 14, είχαν κατασκευαστεί από ξύλο διαφόρων ηλικιών.
Παρόλον ότι το φορτίο των 380 περίπου αμφορέων που μετέφερε ήταν βασικά ροδιακού τύπου, ανελκύστηκαν τελικά, σε μικρότερους αριθμούς, εφτά συνολικά τύποι αγγείων, που εξυπηρετούσαν τόσο τις εμπορικές δραστηριότητες του καραβιού, όσο και τις προσωπικές ανάγκες του τετραμελούς πληρώματος του. Στο ναυάγιο βρέθηκαν επίσης 4 πιάτα, 4 ποτήρια και 4 ξύλινα κουτάλια, 5 χάλκινα νομίσματα της εποχής του Δημήτριου του Πολιορκητή (306 π.Χ.), ίχνη από τρόφιμα (φακές, σύκα, σταφύλι, ελιές), ένα σιδερένιο κλειδί με 8 πλευρικά δόντια και μια σιδερένια σχάρα για ψήσιμο ή στέγνωμα στον ήλιο ψαριών και άλλων τροφίμων. Το γεγονός ότι στο κάτω εξωτερικό μέρος της γάστρας του σκάφους βρέθηκαν σφηνωμένες αιχμές δοράτων, δημιούργησαν την υποψία για επίθεση πειρατών, ως αιτία του ναυαγίου. Επικρατέστερη όμως άποψη είναι η μετατόπιση του φορτίου, λόγω θαλασσοταραχής.
Κερύνεια ΙΙ
Μετά την Τουρκική εισβολή του 1974 και την κατοχή της Κερύνειας, το καλύτερα διατηρημένο αρχαίο ναυάγιο του κόσμου, (σώθηκε το 70%), βρίσκεται φυλακισμένο στο μουσείο του κατεχόμενου Κάστρου της Κερύνειας. Όσο κι αν οι κατακτητές στις αναφορές και ξεναγήσεις τους προσπαθούν να αλλοιώσουν την ιστορική αλήθεια της καταγωγής του, το αιχμάλωτο καράβι μας παραμένει αδιαμφισβήτητη μαρτυρία των ακατάλυτων από το χρόνο ή οποιουσδήποτε κατακτητές, ή σκοπιμότητες, δεσμών της Κερύνειας με την Ελλάδα, σύμβολο επιστροφής των Κερυνειωτών στην αγαπημένη πόλη και επαρχία μας.
Εκείνο δυστυχώς, που έγινε αδιαμφισβήτητα φανερό, ήταν ότι η πρόθεση και το όραμα εκείνων που είχαν εμπλακεί στην ανέλκυσή του, να αποτελέσει δηλαδή μουσειακό έκθεμα και αντικείμενο επιστημονικής μελέτης για τις επόμενες γενιές, θα έμεναν απραγματοποίητα. Σωτήρια εξέλιξη για τη διάσωσή του αποδείχτηκε το γεγονός ότι η UNESCO, λόγω της μεγάλης επιστημονικής αξίας και σημασίας του, το ανακήρυξε αντικείμενο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και ανέλαβε την επίβλεψη και συντήρησή του.
Επίσης το γεγονός ότι οι αμερικανοί επιστήμονες που το είχαν ανελκύσει, όχι μόνο δεν το εγκατέλειψαν και φρόντιζαν για τη σωστή και συνεχή συντήρησή του, αλλά με τη συχνή δημοσίευση σε επιστημονικά περιοδικά άρθρων που αναφέρονταν στις μελέτες τους για την αξιοποίηση των ευρημάτων τους, δεν το άφησαν να ξεχαστεί και το διατηρούσαν στο προσκήνιο του ενδιαφέροντος όσων ασχολούνταν με την ενάλια αρχαιολογία.
Παρόλα αυτά, το γεγονός ότι το ίδιο το ναυάγιο, που αποτελούσε τη σημαντικότερη στο είδος της ανακάλυψη σε ολόκληρο τον κόσμο, ήταν απροσπέλαστο, περιόριζε σημαντικά τα περιθώρια αξιοποίησης του. Για 23 ολόκληρα χρόνια, το καράβι βρισκόταν αιχμάλωτο σε ειδικά διαρρυθμισμένη για τον σκοπό αυτό αίθουσα του Κάστρου της Κερύνειας, και ακόμα και μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003, εξακολουθεί να είναι εκτεθειμένο στην κάθε είδους ιστορικά ατεκμηρίωτη πολιτική εκμετάλλευση από την αδίστακτη προπαγάνδα των κατοχικών αρχών.
Αυτός ήταν άλλωστε και ένας από τους λόγους, που το Ελληνικό Ινστιτούτο Προστασίας Ναυτικής παράδοσης, το 1982, αποφάσισε την κατασκευή ενός πιστού ομοιώματος του σημαντικού αυτού κληροδοτήματος της ελληνικής ναυτικής παράδοσης με, σκοπό, όχι μόνο να το προστατεύσει, αλλά και να προσφέρει τη δυνατότητα σε κάθε ενδιαφερόμενο επιστήμονα να το μελετήσει, αξιοποιώντας απρόσκοπτα και ανεπηρέαστα όλα τα δεδομένα και προοπτικές που πρόσφερε. Το πιο σημαντικό όμως ήταν η απόφαση ότι προορισμός του ομοιώματος, δεν ήταν η τοποθέτησή του σε ένα μουσείο ως έκθεμα, αλλά να ταξιδεύει στις ελληνικές και άλλες θάλασσες, όπως ο αρχαίος πρόγονός του.
Το εγχείρημα όπως αναμενόταν, δεν ήταν καθόλου εύκολο. Το ομοίωμα θα είχε ακριβώς τις ίδιες διαστάσεις, θα κατασκευαζόταν με τα ίδια υλικά και την ίδια μέθοδο που κατασκεύασαν το πρωτότυπο οι αρχαίοι ναυπηγοί, χρησιμοποιώντας μια άγνωστη μέθοδο (πρώτα μαδέρωμα), που είχε ήδη εγκαταλειφθεί από τον 7ο αιώνα μ. Χ. Τρία ολόκληρα χρόνια εργάστηκαν οι καραβομαραγκοί στο ναυπηγείο του Μανώλη Ψαρρού, στο Πέραμα, υπό την στενή παρακολούθηση και επιστημονική καθοδήγηση των καθηγητών Michael Katzev και J. Steffy, για την κατασκευή του Κερύνεια ΙΙ, που συμπληρώθηκε, τελικά την Άνοιξη του 1985. Την όλη προσπάθεια ενίσχυσαν οικονομικά το Υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδος, που βρισκόταν τότε στα χέρια της αείμνηστης Μελίνας Μερκούρη, καθώς και οι Κύπριοι επιχειρηματίες, Γ. Παρασκευαΐδης, Α. Λεβέντης, το ίδρυμα Πιερίδη, καθώς και ένα συμβολικό ποσό 300 λιρών, από το σχεδόν ανύπαρκτο προσφυγικό ταμείο του Ναυτικού Ομίλου Κερύνειας.
Τον Ιούνιο του 1985 έγινε η τελετή καθέλκυσης του Κερύνεια ΙΙ στο Πέραμα του Πειραιά, με ανάδοχο την τότε Υπουργό Πολιτισμού της Ελλάδας αείμνηστη Μελίνα Μερκούρη. Στην τελετή καθέλκυσης παρευρέθηκε και αντιπροσωπεία του Ναυτικού Ομίλου Κερύνειας μαζί με τον τότε Δήμαρχο Κερύνειας Γεώργιο Τσίμον.
Το 1986 το Κερύνεια ΙΙ, ακολουθώντας τ’ αχνάρια του προγόνου του, επαναλαμβάνει το ταξίδι του αρχαίου καραβιού σε ένα μοναδικό πειραματικό ταξίδι ενάλιας αρχαιολογίας, με ναύτες μέλη του Ναυτικού Ομίλου της Κερύνειας. Το πλοίο της Κερύνειας δεν μπόρεσε να αράξει στο κατεχόμενο λιμάνι της Κερύνειας. Επισκέφθηκε όμως όλα τα ελεύθερα λιμάνια της Κύπρου, όπου του επιφυλάχθηκε θερμή και ενθουσιώδης παλλαϊκή υποδοχή από τους απλούς ανθρώπους όλων των ηλικιών, καθώς και από την πολιτική ηγεσία της Κύπρου.
Από τότε, το Κερύνεια ΙΙ έγινε σύμβολο αγώνα και ελπίδας για επιστροφή από όλους τους Κερυνιώτες. Ταξίδεψε σε ολόκληρο τον κόσμο (Νέα Υόρκη, Σεβίλλη, Ιαπωνία, Αμβούργο κα.) και έγινε ο πλωτός πρεσβευτής της ιστορίας και του πολιτισμού, τόσο της Κύπρου, όσο και της Ελλάδας, αλλά κυρίως της Κερύνειας.
Το Κερύνεια ΙΙ δεν είναι σήμερα αξιόπλοο. Η χρήση του δεν μπόρεσε να συνεχιστεί λόγω των πολλών φθορών που προκάλεσαν, ο αρχαίος τρόπος κατασκευής του, αλλά και η ελλιπής συντήρησή του. Βρίσκεται στο μουσείο «ΘΑΛΑΣΣΑ», στην Αγία Νάπα, σαν μουσειακό έκθεμα. Την αποστολή και τη θέση του Κερύνεια ΙΙ όμως, ανάλαβε και συνεχίζει ένα νέο ομοίωμα του αρχαίου ναυαγίου, το ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, που κατασκευάστηκε από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Κερύνεια Χρυσοκάβα στο ναυπηγείο Χαράλαμπος Αυγουστή στη Λεμεσό, το 2002, με σύγχρονες μεθόδους, αλλά σε πιστή αντιγραφή του αρχαίου καραβιού και του Κερύνεια ΙΙ.
Χρησιμοποιώντας μηχανικά μέσα και την σύγχρονη μέθοδο κατασκευής σκαφών, πρώτα σκαρμοί (σκελετός) και ύστερα μαδέρια, οι καραβομαραγκοί κατόρθωσαν να κατασκευάσουν το νέο πιστό ομοίωμα σε χρόνο ρεκόρ και στις 10 Νοεμβρίου 2002, πραγματοποιείται μια λαμπρή από κάθε άποψη και πολύ συγκινητική τελετή καθέλκυσης. Ανάδοχοι του ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ήταν ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Σταφανόπουλος, που εκπροσωπήθηκε από τον πρέσβη της Ελλάδας Χρίστο Παναγόπουλο και ο άνθρωπος που ανακάλυψε το αρχαίο ναυάγιο, ο αείμνηστος Αντρέας Καριόλου, που τον εκπροσώπησε η σύζυγός του Τασούλα Καριόλου.
Στη λαμπρή τελετή που οργάνωσε το Πολιτιστικό Ίδρυμα Κερύνεια Χρυσοκάβα, παρουσιάστηκε ένα αρχαιοπρεπές τελετουργικό με δραματοποιημένο λόγο και μουσική, που περιλάμβανε, μεταξύ άλλων το ιστορικό της ίδρυσης της Κερύνειας από τον Κηφέα, και φόρτωμα συμβολικών δώρων από όλες τις πόλεις της Κύπρου προς την Αθήνα. Και ενώ αναπεμπόταν η ευχή:
Και συ Αίολε, των αέρηδων άρχοντα,
άφησε ούριον άνεμον
να φουσκώσει τα πανιά για το ταξίδι.
Τις αύρες του Ζεφύρου κάνε να πνεύσουν γλυκά
και να φέρουν το καράβι μας
στο λιμάνι εκείνο όπου το περιμένει η ψυχή μας.
Καλοτάξιδο να είναι….
οι τρεις ανάδοχοι έκοψαν με τσεκούρι τα σχοινιά που το συγκρατούσαν και το ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, γλύστρισε αργά στην αγκαλιά της θάλασσας, κάτω από τις ευχές και τα χειροκροτήματα του πλήθους να είναι καλοτάξιδο και να φτάσει σύντομα στην Κερύνεια!
Κερύνεια Ελευθερία
Όπως αναφέρθηκε, την πρωτοβουλία για την κατασκευή του ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ανέλαβε τον Αύγουστο του 2002, μια ομάδα Κερυνειωτών που ίδρυσαν το Πολιτιστικό Ίδρυμα Κερύνεια Χρυσοκάβα, που εκτός από την συνέχιση του επιστημονικού και ερευνητικού προγράμματος του Κερύνεια ΙΙ, που είχε μείνει ημιτελές, δημιουργήθηκε για να εξυπηρετήσει και ένα ευρύ φάσμα εθνικών, επιστημονικών, αρχαιολογικών, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών, περιβαλλοντικών, αθλητικών και άλλων στόχων.
Το Σάββατο, 17 Απριλίου 2004, το ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ αρχίζει από το αρχαίο λιμάνι της Αμαθούντας, το επικό ταξίδι του για τα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά και την Αθήνα, ζωντανεύοντας τους θρύλους, τις παραδόσεις και την ιστορία των Ελλήνων ναυτικών και εμπόρων της αρχαιότητας. Φορτωμένο με τάλαντα χαλκού και τα δώρα της Κύπρου, έφτασε μετά από ένα μεγάλο και δύσκολο ταξίδι σε ανοιχτή θάλασσα, στη Ρόδο και από εκεί, άνοιξε το πανί και τα φτερά του για το επιστημονικό και πολιτιστικό του ταξίδι και αφού επισκέφθηκε και φόρτωσε και τα δώρα άλλων έντεκα νησιών του Αιγαίου, έφτασε στην Αθήνα για να μεταφέρει το μήνυμα φιλίας, αδελφοσύνης και ειρήνης και να τη συγχαρεί για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Κάθε φιλόξενο λιμάνι που έπιανε, το ένοιωθε σαν έναν ακόμα σταθμό πριν τον τελικό προορισμό του, τη δική του Ιθάκη, την μικρή αγαπημένη Κερύνεια!
Στις 14 Μαΐου, και ενώ το πρωινό ανατολικό αεράκι φούσκωνε πρίμα το πανί του, φάνηκε να το χαιρετά από ψηλά, σαν άλλος Αιγέας, ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Η χαρά και η συγκίνηση που δημιουργούσε η συναίσθηση του τέλους του ταξιδιού, μαζί με τον φουσκωμένο καιρό, γύρω στο μεσημέρι, το βρήκαν έξω από το λιμάνι του Πειραιά, να περνά ανάμεσα στους τεράστιους κολοσσούς της σύγχρονης ναυσιπλοΐας, που από σεβασμό στο μέγεθος και την ιστορία που κουβαλούσε, παραμέριζαν για να περάσει και το χαιρετούσαν με τις σειρήνες τους. Ήταν τότε ακριβώς, που το ΚΕΡΥΝΕΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και τα μέλη του Ιδρύματος και του πληρώματος συνειδητοποίησαν τον άθλο που επιτέλεσε. Με ένα πανί, τέσσερα κουπιά και την παλληκαριά των ναυτών του, να διανύσει τα 715 ναυτικά μίλια μανιασμένης θάλασσας που χωρίζουν την Κύπρο από τον Πειραιά! Είναι γι’ αυτό που λίγες μέρες αργότερα, την Τετάρτη 19 Μαΐου 2004, στην αίθουσα τελετών του Δημοτικού Μεγάρου Αθηνών, η αντιπροσωπεία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Κερύνεια Χρυσοκάβα και οι δήμαρχοι ή εκπρόσωποι των δήμων της Κύπρου και των νησιών του Αιγαίου, με πολλή ικανοποίηση, συγκίνηση και περηφάνια παρέδωσαν στη δήμαρχο Αθηναίων Ντόρα Μπακογιάννη, τα δώρα της αγάπης τους, μαζί με τις ευχές τους για επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων.
Η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη και αυτοτελή αναφορά στο «Καράβι της Κερύνειας», διέκοψε την χρονολογικά συνεχόμενη περιγραφή της ιστορίας της πόλης του Κηφέα και όλων όσων αφορούν την διαχρονικά στενή σχέση της με τη θάλασσα και τις ναυτικές δραστηριότητες. Ταυτόχρονα όμως η αναφορά αυτή γεφύρωσε ιστορικά τις προηγούμενες με την Κλασσική περίοδο και τη συμπλήρωσε πληροφοριακά αφού αποτελεί μια χειροπιαστή και αδιάψευστη μαρτυρία ότι κατά τους χρόνους αυτούς, η Κερύνεια αποτελούσε ένα σημαντικό εμπορικό κόμβο, που διατηρούσε συνεχείς εμπορικές σχέσεις με όλα το τότε γνωστά λιμάνια της ανατολικής Μεσογείου και κάλυπτε ταυτόχρονα τις εισαγωγικές και εξαγωγικές ανάγκες, όχι μόνο της πόλης της Κερύνειας, αλλά, μαζί και με το λιμάνι της Λαπήθου, ολόκληρης της βόρειας ακτής της Κύπρου.
Είναι γνωστό ότι κατά την αρχαιότητα, ολόκληρη η Κύπρος, περιλαμβανόμενης και της περιοχής της Κερύνειας ήταν καταπράσινη, καλυμμένη ολόκληρη με δάση. Η ανακάλυψη του χαλκού και η ανάγκη για την εξαγωγή του οδήγησαν απαραίτητα και από πολύ νωρίς και στην ανάπτυξη της ναυπηγικής τέχνης και υπάρχουν ιστορικές αναφορές ότι τουλάχιστον στην Λάπηθο, και σίγουρα και στην Κερύνεια, υπήρχαν από αρχαιοτάτων χρόνων ναυπηγεία, μια παράδοση που για την πόλη της Κερύνειας συνεχίστηκε για αιώνες και οι ταρσανάδες και οι καραβομαραγκοί της Κερύνειας, ήταν γνωστοί μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.
Είναι άλλωστε αποδεδειγμένο ιστορικά ότι, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος είχε αρχίσει την εκστρατεία του προς νότο και νίκησε τους Πέρσες στη μάχη της Ισσού, το 333 π.Χ., οι βασιλείς της Κύπρου τον είχαν βοηθήσει αποστέλλοντάς του 220 πλοία, πράγμα που αποτελεί μια επιπρόσθετη απόδειξη ότι η Κύπρος, την εποχή εκείνη, διέθετε όχι μόνο την ξυλεία αλλά και την πολύ αναπτυγμένη ναυπηγική τέχνη, που της επέτρεπε να διαθέτει ισχυρό, όχι μόνο στρατιωτικό, αλλά και εμπορικό στόλο.
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ Διεύθυνση
Λεωφ. Mάρκου Δράκου 8, 1102 Λευκωσία (παρά το οδόφραγμα Λήδρα Πάλας)